Ο απερχόμενος πρωθυπουργός έφτασε στο σημείο να υποστηρίξει προκλητικά ότι είναι «σαν να πήραν οι εργαζόμενοι τρεις επιπλέον μισθούς» επί των ημερών του. Χθες, Πέμπτη, το βράδυ, ο υπ. Εργασίας είχε σπεύσει να ..παρηγορήσει τους εργοδότες

Στα 780 ευρώ μικτά θα διαμορφωθεί ο κατώτατος μισθός των εργαζομένων σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από τηλεοράσεως στο πλαίσιο της προεκλογικής περιόδου. Την ίδια ώρα, όπως επισημαίνει η Αυγή, η ακρίβεια είναι εκρηκτική με τον πληθωρισμό στα τρόφιμα να παραμένει σταθερά στο 15% εξανεμίζοντας τις αυξήσεις «ψίχουλα» της κυβέρνησης της ΝΔ.

Ο εμπαιγμός των εργαζομένων από τον πρωθυπουργό είναι διαρκής, καθώς όπως ανέφερε από το 2019 είναι η τρίτη αύξηση που κάνει η κυβέρνησή του και υποστήριξε ότι είναι σαν να πήραν οι εργαζόμενοι τρεις επιπλέον μισθούς.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε τη σχετική ανακοίνωση προεδρεύοντας σε σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου. Είπε ότι δεν έχει αυταπάτες και παραδέχτηκε πως «η νέα αυτή αύξηση προφανώς και δεν λύνει το πρόβλημα», σπεύδοντας να προσθέσει πως «όμως, προσφέρει μία πολύ σημαντική ανακούφιση και κυρίως δηλώνει την πρόθεσή μας να αναβαθμίσουμε τους μισθούς, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα».

Αναλυτικά, κατά την έναρξη της σύσκεψης ο Κυρ. Μητσοτάκη είπε:

   «Καλημέρα σας, η κυβέρνηση προχωρά σήμερα, στην τρίτη διαδοχική αύξηση του κατώτατου μισθού, κατά 9,4%.  Έτσι από την 1η Απριλίου, αυτός θα φτάσει τα 780 ευρώ από τα 650 ευρώ -θυμίζω- που ήταν το 2019. Κάτι που σημαίνει ότι από τότε έχουν προστεθεί ετησίως σχεδόν τρεις επιπλέον μισθοί στο εισόδημα περίπου 600.000 εργαζομένων.

   Η νέα αύξηση, προφανώς και θα συμπαρασύρει τα επιδόματα ανεργίας και όλες τις παροχές που συνδέονται με τον κατώτατο μισθό. Αναλυτικά θα μιλήσει για όλα αυτά σε λίγο ο υπουργός Εργασίας.

   Δεν έχω αυταπάτες. Ξέρω, ξέρουμε ότι στη χώρα μας οι αμοιβές είναι ακόμα χαμηλές, ενώ πιέζονται ακόμα περισσότερο από τον εισαγόμενο πληθωρισμό. Είναι κάτι το οποίο το ακούω συνέχεια, ειδικά από νέες και νέους οι οποίοι δύσκολα τα βγάζουν πέρα.

   Η νέα αυτή αύξηση, προφανώς και δεν λύνει το πρόβλημα. Σίγουρα, όμως, προσφέρει μία πολύ σημαντική ανακούφιση και κυρίως δηλώνει την πρόθεσή μας να αναβαθμίσουμε τους μισθούς, τόσο στον Δημόσιο όσο και στον Ιδιωτικό τομέα.

   Θέλω να τονίσω ότι το τελικό ποσό το οποίο έχει συμφωνηθεί, βρίσκεται στο ανώτατο όριο των δυνατοτήτων μας. Είναι, ωστόσο, μέσα στις αντοχές των επιχειρήσεων που -θέλω να θυμίσω- τόσο πολύ στηρίχθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

   Ταυτόχρονα, η εθνική οικονομία παραμένει σε μία ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική, η ανεργία υποχωρεί σταθερά, οι φόροι εξακολουθούν να μειώνονται. Τώρα κατά συνέπεια είναι η ώρα να στηριχθούν οι εργαζόμενοι με μία γενναία αύξηση του βασικού μισθού, γιατί το μέρισμα της ανάπτυξης πρέπει να το καρπώνονται δίκαια όλοι».

   Στη σύσκεψη συμμετείχαν ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης, ο υπουργός Επικρατείας ‘Ακης Σκέρτσος, ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Γιάννης Μπρατάκος, η γενική γραμματέας Εργασιακών Σχέσεων ‘Αννα Στρατινάκη, ο επικεφαλής του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης, ο διευθυντής του Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού Δημήτρης Τσιόδρας και η διευθύντρια Επικοινωνίας του Πρωθυπουργού Κύρα Κάπη.

…Ο Χατζηδάκης παρηγορεί τους εργοδότες

Να σημειώσουμε ωστόσο πως είχε προηγηθεί δήλωση του Κωστή Χατζηδάκη πριν την ανακοίνωση της αύξησης κατά λίγα «ψίχουλα»  του κατώτατου μισθού,  την ώρα που οι νέοι και οι νέες δεν μπορούν να σταθούν στα πόδια τους από την εκρηκτική ακρίβεια σε όλους τους τομείς, με την οποία ο υπ. Εργασίας έσπευσε να …παρηγορήσει τους εργοδότες

Η αναφορά δεν είναι καθόλου ειρωνική καθώς ο  υπουργός Εργασίας χαρακτηριστικά ανέφερε σε δηλώσεις του το βράδυ της Πέμπτης στο κεντρικό ειδήσεων του Star πως «αύριο  (σ.σ., σήμερα, Παρασκευή 17/3) θα ακούσετε μια σημαντική αύξηση. Δεν πανηγυρίζουμε γιατί δεν είναι λεφτά που τα δίνει το Δημόσιο, είναι λεφτά ιδιωτών»!

Συνεχίζοντας υποστήριξε ότι «σίγουρα θα είναι μια σημαντική αύξηση, αλλά θα συνυπολογίζει τις αντοχές των επιχειρήσεων, γιατί χωρίς αυτές δεν υπάρχουν εργαζόμενοι, αλλά και τις αυξημένες ανάγκες των εργαζομένων, λόγω του πληθωρισμού».